κεραμευτικῆς

κεραμευτικῆς
κεραμευτικός
of
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κεραμεία — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 20 μ., 400 κάτ.) της Λέσβου. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού, 15 χλμ. ΒΔ της Μυτιλήνης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ευεργέτουλα του νομού Λέσβου. 2. Οικισμός (26 κάτ.) της Χίου.… …   Dictionary of Greek

  • Ασμάρα — (Äsmara).Πόλη (393.000 κάτ. το 2002) και πρωτεύουσα της Ερυθραίας. Χτισμένη σε υψόμετρο 2.347 μ., κοντά στο κράσπεδο ενός υψιπέδου που κατεβαίνει ομαλά προς την Ερυθρά θάλασσα, αποτελείται από δύο οικοδομικούς πυρήνες: τον οικισμό των ιθαγενών,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”